- ασπροδόντης
- ο (θηλ. -δόντα, η)αυτός που έχει άσπρα δόντια.
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
Croc-Blanc (film, 1991) — Pour les articles homonymes, voir Croc Blanc (homonymie). Croc Blanc Données clés Titre original White Fang Réalisation Randal Kleiser … Wikipédia en Français
άσπρος — Πεδινός οικισμός (υψόμ. 60 μ., 912 κάτ.) του νομού Κιλκίς. Βρίσκεται στην κοιλάδα του Αξιού, κοντά στα σύνορα με τον νομό Θεσσαλονίκης. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Πολυκάστρου. * * * η, ο (AM ἄσπρος, η, ο) ο λευκός μσν. νεοελλ. 1. ο ασημένιος… … Dictionary of Greek